“Ή Πολιτεία των άφεντάδων,
το Δίκιο των άδικητάδων!
“Εχω τον πόλεμο θεμέλιο
και δύναμή μου τήν κλεψά.
‘Έχω τό ψέμα για βαγγέλιο
κι οποίος τό πίνει πιο διψα.
‘Ανήξερο κι άθώο, πριχου
ν’ άνοίξεις, μάτι του φτωχού,
ξέρω τό φώς σου νάν τό πάρω
κ’ είτε πονάς είτε πείνας,
σε κάνω και μέ προσκυνάς
σωτήρα έμένα και τό Χάρο.
Τα θύματά μου άραδιαστά
στο μακελιό τραβώ μπροστά,
μπροστά ζουρνάδες και μπαϊράκια,
στα κούτελά τους θά χαρείς
άνθη, κορδέλες και βαράκια
— σάμπως άρνάκια της Λαμπρής.
Μά νά! οί έμποροι της σφαγής
– μένουνε πίσω μου κρυμένοι.
Δικά τους θάλασσα και “γής,
δικοί τους όλ’ οί σκοτωμένοι.
Και τούς παχαίνω μέ καλό
μια πιθαμή τόν άφαλό.
Ή πρώτη εγώ, στά τελευταία,
είμαι δικιά τους Άριστέα
κι άφτοί ναι ή γνώμη μου κι ό νούς
Έγώ πλερώνω τις χαρές τους
κι οσα βουτάω άπό τούς ρέστους
όλα τά δίνω σ’άφτουνούς.”
Η Μαϊμού
“‘Εσένα θέλω κι άγαπώ.
Για ίδές με πώς φτερνοκοπώ !
Στο γόνα σου νά γείρω άγάλι
νά σου ψειρίσω τη μασκάλη.
Γιά σένα γώ, γιά σένα γώ
τρέχω στη μάχη νά σφαγώ…
Μά όντας τό κάλλιο σου παιδί
σέ γνώση, πονηριά κ’ είδη
(έχω σαγόνια πιο γερά
κι έχω μακρύτερην ουρά)
δίκιο δέν εϊναι νά σφαγώ !
μά νά μέ κάνεις αρχηγό!
Καί σά γεμίσουν όλ’ οι τόποι
τάφους ηρώων, θεϊκές τιμές,
καί λιγοστέψουνε οί άνθρώποι,
θενά περσέψουν οί μαϊμές.”
Απόσπασμα απο την ποιητική σύνθεση του Κώστα Βάρναλη “ΤΟ ΦΩΣ ΠΟΥ ΚΑΙΕΙ” και συγκεκριμένα απο το τρίτο μέρος που περιέχει τον διάλογο της Αριστέας με την Μαϊμού.
Πρωτοκυκλοφόρησε στην Αλεξάνδρεια το 1922 και ο Βάρναλης χρησιμοποίησε το ψευδόνυμο Δήμος Τανάλιας.Έντεκα χρόνια αργότερα επανατυπώνεται στην Αθήνα ξαναδουλεμένο.Το συγκεκριμένο εξώφυλλο είναι απο την 4η έκδοση του 1975 απο τις εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ.Επάνω αριστερά υπάρχει και η τιμή του …100 δραχμές.
Απο τα πρώτα βήματα της αριστερής-επαναστατικής λογοτεχνίας και απίστευτα τολμηρό για την εποχή του. Θεός-άνθρωπος-εξουσία είναι στην ουσία τα κεντρικά πρόσωπα ενός περίεργου θεατρικού έργου.Οι τρείς αυτοί πρωταγωνιστές θα εμφανιστούν με διάφορες μορφές για να συγκρουστούν τόσο μεταξύ τους όσο και μέσα τους.
η διαλεκτική υλιστική οπτική της τέχνης, πέτρα σε στεκούμενα νερά…
αν έβαζες και το διάλογο του Μώμου με τον Προμηθέα…
εξαιρετικό Μοοdy!
Φαγώθηκε το σχόλιο μου.Το ξαναγράφω λοιπόν..αρχικά αυτόν τον διάλογο που αναφέρεις ήθελα να βάλω αλλά δεν ήξερα ποιό κομμάτι να διαλέξω ώστε να μη νιοίωθω πως ακτωτηριάζω το ποίημα,όποτε κατέληξα σε κάτι ας πούμε πιο “σίγουρο”
λόγω της σύνθεσής του «Το φως που καίει» απολύθηκε από τη δημόσια εκπαίδευση!λούμπεν καθηγητής το ίνδαλμά μου!
Πατρίς, θρησκεία…παθογένεια!Ας πάμε στον άλλο ποιητή λοιπόν “μια χαρά θα τα πάμε χωρίς βαρβάρους…έχουμε εμάς!”